- καφεκούτι
- τοκουτί του καφέ, καφετιέρα: Ρίξε μέσα καφέ από το καφεκούτι.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
καφεκούτι — το 1. δοχείο στο οποίο τοποθετείται και προφυλάσσεται από την υγρασία και τους ρύπους ο καφές, καφετιέρα 2. μτφ. γυναίκα που έχει γεράσει πρόωρα. [ΕΤΥΜΟΛ. < καφές + κούτι (< κουτί), πρβλ. σπιρτο κούτι, τσιγαρο κούτι] … Dictionary of Greek
καφετιέρα — η 1. καφεκούτι* 2. ηλεκτρική συσκευή με την οποία παρασκευάζεται ευρωπαϊκός ή αμερικανικός καφές. 3. σκεύος με το οποίο σερβίρεται ο καφές. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. cafetiere] … Dictionary of Greek
καφετιέρα — η καφεκούτι ή δοχείο από το οποίο σερβίρεται ο ευρωπαϊκός καφές … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)